Η βρογχίτιδα αποτελεί μια φλεγμονή των βρογχικών σωλήνων οι οποίοι μεταφέρουν αέρα από και προς τους πνεύμονες. Μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια.
Η οξεία βρογχίτιδα συχνά αναπτύσσεται ως φυσικό επακόλουθο ενός κοινού κρυολογήματος ή κάποιας αναπνευστικής λοίμωξης. Μπορεί βέβαια να προκληθεί και από βακτηριακή λοίμωξη. Η οξεία βρογχίτιδα μπορεί να είναι μεταδοτική εφόσον έχει προέλθει από ιική ή βακτηριακή λοίμωξη.
Στην χρόνια βρογχίτιδα υπάρχει ένας συνεχής ερεθισμός των βρογχικών σωλήνων και συνήθως οφείλεται στο κάπνισμα ή στην αναπνευστική έκθεση τοξικών παραγόντων. Περιλαμβάνεται στις παθήσεις της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ)
Η διάγνωση μπορεί να γίνει σε κάποιον πνευμονολόγο ο οποίος θα σας ρωτήσει αν είχατε κάποιο κρυολόγημα , πόσο καιρό διήρκησε, πόσο καιρό έχετε βήχα καθώς και αν παράγεται βλέννα με αυτό. Επίσης θα σας εξετάσει περαιτέρω με τη χρήση ακτινογραφιών καθώς και με εξετάσεις αίματος και εκκρίσεων.
Τα άτομα με βρογχίτιδα βήχουν πυκνή βλέννα η οποία μπορεί να είναι διαυγής, λευκή, γκρι, κίτρινη ή πράσινη. Επίσης περιλαμβάνεται δυσκολία στην αναπνοή , πόνος στο στήθος και μπορεί να συνοδεύεται από ελαφρύ πυρετό.
Ανάλογα με τον τύπο βρογχίτιδας που έχετε, υπάρχει διαφορετικό είδος θεραπείας.
Η οξεία βρογχίτιδα μπορεί να μην χρειαστεί θεραπεία, μόνο συμπτωματική με τη χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, αντιβιοτικών (αν οφείλεται σε βακτηριακή λοίμωξη) ή ουσιών που διαλύουν τη βλέννα και την βοηθούν να απεκκριθεί πιο εύκολα.
Η χρόνια βρογχίτιδα δεν μπορεί να θεραπευτεί, αλλά μπορούν να μειωθούν τα συμπτώματά της. Αυτό μπορεί να γίνει με τη χρήση αντιβιοτικών, αντιφλεγμονωδών φαρμάκων καθώς και βρογχοδιασταλτικών.